ΝΙΠΕΧΡΙ ΜΑΗΛΧΡΗ
Η α-φιλόδοξη προσπάθεια έξι νέων, ωραίων και πυγμαίων συγγραφέων να συντονίσουνε την έμπνευσή τους και να συγγράψουνε κάτι που δε θα καταλαβαίνει κανείς εκτός από τους ίδιους. Έπειτα, λοιπόν, από τέσσερις ελληνικούς διπλούς, μια σοκολάτα και δυο ποτήρια κρασί μπρούσκο, ορίστε το αποτέλεσμα…
Το καλοκαίρι ήρθε σαν πρόωρο εφταμηνίτικο. Έξω χιονίζει, δεν έχει σημασία. Το καλοκαίρι ήρθε κι ας φοράς ακόμη την μάλλινή σου μπλούζα.
Η μπλούζα σε τσιμπούσε. Αποφάσισες ότι αυτή ήταν η εκδίκηση των προβάτων που έχασαν το μαλλί τους.
Συνέχισαν το ταξίδι τους, μην έχοντας άλλη επιλογή. Στον καυτό ήλιο της ερήμου τα γυμνά τους κεφάλια ψήθηκαν αργά. Για καλή τους τύχη στο βάθος του ορίζοντα φάνηκε ένα μικρό χωριουδάκι, γύρω από τη μοναδική όαση για τα επόμενα 300 χλμ. Ένας φαλακρός πυγμαίος εμφανίστηκε χαμογελώντας.
Η ζωή μέσα στο δάσος δίνει το λαμπερό χαμόγελο στο πρόσωπο αυτού του μικρούλη. Ενώ εμείς που ζούμε στην πόλη και μες το καυσαέριο πού να χαμογελάμε. Πρέπει όλοι να γυρίσουμε στην επαρχία και τα χωριά για να γλιτώσουμε, είναι όμως μεγάλη απόφαση, εκεί δεν έχει Mediterranian Cosmos.
Τίποτα δεν έχει. Είχανε καεί όλα. Πράσινο, σπίτια, πέτρες, τσιγάρα, κοψίδια. Ακόμη και οι τενεκέδες με το τυρί καήκανε, μύριζε καμένο μπουγιουρντί. Ο Ραούλ ήτανε ο μοναδικός επιζών.
Όταν τελείωσε τη διήγησή του διέκρινα μια θλίψη στο αριστερό του ρουθούνι. Δεν πρόλαβα να αρθρώσω λέξη. Δεν ήξερα αν όλα αυτά που μου είπε ήταν της φαντασίας του ή αν είχαν πράγματι συμβεί. Κατέβηκε στο σκοτεινό κελάρι με τα ξινισμένα κρασιά και το μουχλιασμένο τυρί. Πήρε όλες τις παλιές μου κασέτες Deftones ακόμη και το WhitePony και κλείστηκε στο μπάνιο. Το μόνο που ακουγόταν ήταν η χαλασμένη βρύση. Το πρωί που ξύπνησα στο μαξιλάρι υπήρχε ένας σωρός από χαλασμένες ταινίες και ένα σημείωμα που έγραφε «Τέλος, τέλος ρεεεε!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου